Σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο έγινε χθες
στις Βρυξέλλες η πρώτη αξιολόγηση της συμπληρωματικής ελληνικής πρότασης
προς τους εταίρους και δόθηκε μία πρώτη έγκριση ότι μπορεί να
αποτελέσει τη βάση για την επίτευξη συμφωνίας εντός των επομένων ημερών.
Ο επικεφαλής της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, συγκάλεσε για τον λόγο
αυτό εκτάκτως συνάντηση με τη συμμετοχή των Κριστίν Λαγκάρντ του ΔΝΤ,
Γερούν Ντάισελμπλουμ του Eurogroup, Μπενουά Κερέ της ΕΚΤ και Πιερ
Μοσκοβισί, επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων.
Ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ενημέρωσε τους συμμετέχοντες για την ελληνική πρόταση, που είχε αποσταλεί με την υπογραφή του ίδιου και όχι του υπουργού Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκη και συζητήθηκαν τα επόμενα βήματα. Αυτό που κατέστη άμεσα σαφές ήταν, για άλλη μία φορά ότι χωρίς τη θετική αξιολόγηση από τους θεσμούς, συμφωνία δεν μπορεί να υπάρξει. Ετσι, οι εκπρόσωποι των θεσμών επισήμαναν προς τον κ. Τσίπρα ότι θα πρέπει να συνεχισθούν σε τεχνικό επίπεδο οι συζητήσεις, να εξειδικευθούν οι ελληνικές προτάσεις, να αξιολογηθεί η απόδοση των μέτρων και να εξετασθούν οι λεπτομέρειες και τα σημεία επί των οποίων ενδέχεται να προκύψει ανάγκη διευκρινίσεων ή ακόμα και βελτιώσεων.
Ο κ. Τσίπρας, προσερχόμενος στην έδρα της Κομισιόν για τη συγκεκριμένη συνάντηση, έσπευσε στις δηλώσεις του να οριοθετήσει όσα η Αθήνα θέλει να διασφαλίσει από τους εταίρους ως ανταλλάγματα για τις υποχωρήσεις στις οποίες προβαίνει και για τα μέτρα που έχει συμπεριλάβει στην πρότασή της.
«Προσερχόμαστε με στόχο να πετύχουμε μια οικονομικά βιώσιμη συμφωνία. Με στόχο να αφήσουμε πίσω μας τα υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα. Να σώσουμε τις συντάξεις και τους μισθούς. Με στόχο να αποφύγουμε υπερβολικές και παράλογες αυξήσεις στον ηλεκτρισμό και στη μεσαία και λαϊκή οικογένεια. Με στόχο να επαναφέρουμε την κανονικότητα στις εργασιακές σχέσεις και ταυτόχρονα να προωθήσουμε τις αναγκαίες και δίκαιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο την αναδιανομή των βαρών, την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Αυτά είναι τα κλειδιά μιας συμφωνίας» τόνισε.
Η προοπτική επίτευξης μιας συμφωνίας, για την οποία η ελληνική πλευρά εμφανίζεται αισιόδοξη, μετατίθεται, πλέον, προς το τέλος της εβδομάδας και, σίγουρα, όχι πριν από την Πέμπτη. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και εάν φθάσουμε σε συμφωνία, ο χρόνος που απομένει μέχρι την εκπνοή της προθεσμίας καταβολής της δόσης των 1,6 δισ. στο ΔΝΤ στο τέλος του μήνα, δεν επαρκεί για την εκταμίευση δόσης, χρημάτων, δηλαδή, που συνδέονται με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αυτό διότι η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από τα Κοινοβούλια ορισμένων χωρών, αλλά και διότι η χορήγηση δόσης πιθανότατα θα συνδέεται και με νομοθέτηση μέτρων από την ελληνική Βουλή. Ετσι, η Αθήνα θεωρεί ότι «ο πιο άμεσος τρόπος να πληρώσουμε το ΔΝΤ είναι η αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων του Δημοσίου από την ΕΚΤ».
Στο κείμενο είχε μείνει η καταγραφή της αρχικής πρότασης προ ημερών προς τους θεσμούς, όπου γινόταν λόγος για έκτακτη φορολόγηση σε επιχειρήσεις με κέρδη άνω του ενός εκατομμυρίου. Ζητήθηκε, λοιπόν, να διορθωθεί η ασυμβατότητα αυτή και, κατά δεύτερον, ζήτησαν διορθώσεις στην ορολογία για την τριμερή χρηματοδότηση, την οποία θεώρησαν ότι ήταν προβληματική σε κάποια σημεία.
Ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ενημέρωσε τους συμμετέχοντες για την ελληνική πρόταση, που είχε αποσταλεί με την υπογραφή του ίδιου και όχι του υπουργού Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκη και συζητήθηκαν τα επόμενα βήματα. Αυτό που κατέστη άμεσα σαφές ήταν, για άλλη μία φορά ότι χωρίς τη θετική αξιολόγηση από τους θεσμούς, συμφωνία δεν μπορεί να υπάρξει. Ετσι, οι εκπρόσωποι των θεσμών επισήμαναν προς τον κ. Τσίπρα ότι θα πρέπει να συνεχισθούν σε τεχνικό επίπεδο οι συζητήσεις, να εξειδικευθούν οι ελληνικές προτάσεις, να αξιολογηθεί η απόδοση των μέτρων και να εξετασθούν οι λεπτομέρειες και τα σημεία επί των οποίων ενδέχεται να προκύψει ανάγκη διευκρινίσεων ή ακόμα και βελτιώσεων.
Ο κ. Τσίπρας, προσερχόμενος στην έδρα της Κομισιόν για τη συγκεκριμένη συνάντηση, έσπευσε στις δηλώσεις του να οριοθετήσει όσα η Αθήνα θέλει να διασφαλίσει από τους εταίρους ως ανταλλάγματα για τις υποχωρήσεις στις οποίες προβαίνει και για τα μέτρα που έχει συμπεριλάβει στην πρότασή της.
«Προσερχόμαστε με στόχο να πετύχουμε μια οικονομικά βιώσιμη συμφωνία. Με στόχο να αφήσουμε πίσω μας τα υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα. Να σώσουμε τις συντάξεις και τους μισθούς. Με στόχο να αποφύγουμε υπερβολικές και παράλογες αυξήσεις στον ηλεκτρισμό και στη μεσαία και λαϊκή οικογένεια. Με στόχο να επαναφέρουμε την κανονικότητα στις εργασιακές σχέσεις και ταυτόχρονα να προωθήσουμε τις αναγκαίες και δίκαιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο την αναδιανομή των βαρών, την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Αυτά είναι τα κλειδιά μιας συμφωνίας» τόνισε.
Η προοπτική επίτευξης μιας συμφωνίας, για την οποία η ελληνική πλευρά εμφανίζεται αισιόδοξη, μετατίθεται, πλέον, προς το τέλος της εβδομάδας και, σίγουρα, όχι πριν από την Πέμπτη. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και εάν φθάσουμε σε συμφωνία, ο χρόνος που απομένει μέχρι την εκπνοή της προθεσμίας καταβολής της δόσης των 1,6 δισ. στο ΔΝΤ στο τέλος του μήνα, δεν επαρκεί για την εκταμίευση δόσης, χρημάτων, δηλαδή, που συνδέονται με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αυτό διότι η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από τα Κοινοβούλια ορισμένων χωρών, αλλά και διότι η χορήγηση δόσης πιθανότατα θα συνδέεται και με νομοθέτηση μέτρων από την ελληνική Βουλή. Ετσι, η Αθήνα θεωρεί ότι «ο πιο άμεσος τρόπος να πληρώσουμε το ΔΝΤ είναι η αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων του Δημοσίου από την ΕΚΤ».
- Διορθώσεις σε δύο σημεία
Στο κείμενο είχε μείνει η καταγραφή της αρχικής πρότασης προ ημερών προς τους θεσμούς, όπου γινόταν λόγος για έκτακτη φορολόγηση σε επιχειρήσεις με κέρδη άνω του ενός εκατομμυρίου. Ζητήθηκε, λοιπόν, να διορθωθεί η ασυμβατότητα αυτή και, κατά δεύτερον, ζήτησαν διορθώσεις στην ορολογία για την τριμερή χρηματοδότηση, την οποία θεώρησαν ότι ήταν προβληματική σε κάποια σημεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου